Επί δυόμιση χρόνια κυβέρνηση και πρωθυπουργός υποστηρίζουν άλλοτε ότι παρέλαβαν την ανεργία στο 27.2%, άλλοτε στο 26.5% και άλλοτε στο 25.9%. Και σε κάθε περίπτωση ότι τη μείωσαν.
«Από το 2014, έχουμε μείωση κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες της ανεργίας» δήλωσε μόλις την περασμένη Δευτέρα ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας από το υπουργείο Εργασίας, σημειώνοντας ότι «τον Απρίλιο του 2014 η ανεργία ήταν στο 27,2%».
Και όμως, στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του 2017 (σελίδα 16 παράγραφος 3), δηλαδή την έκθεση την οποία υπέγραψε σύσσωμη η κυβέρνηση, αναφέρονται τα εξής χαρακτηριστικά: «Το 2014 εμφανίστηκαν οι πρώτες ενδείξεις ανάκαμψης στην αγορά εργασίας, με τη μείωση της ανεργίας κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες στο 24,3% του εργατικού δυναμικού…» και με τη σχετική υποσημείωση υπ. αριθμόν 9 να αναφέρει: «Στοιχεία εθνικών λογαριασμών. Σύμφωνα με την έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ η μείωση της ανεργίας ήταν κατά μία ποσοστιαία μονάδα από το 27.5% στο 26.5% το 2014».
Τί ισχύει, λοιπόν, για την ανεργία. Είναι δυνατόν στην Ελλάδα της κρίσης η επίσημη κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρωθυπουργός να μη λένε την αλήθεια για ένα τόσο ευαίσθητο θέμα; Και άλλωστε πώς θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο αφού υπάρχουν τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ αλλά και τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ, που επιβλέπονται από το Υπουργείο Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΥΠ.ΕΡ.Κ.Α.Κ.Α.), τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) και το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ).
Και για όποιον ενδιαφέρεται για περισσότερες λεπτομέρειες και στοιχεία να πώς και γιατί συμβαίνει αυτό: H ΕΛΣΤΑΤ μετράει την ανεργία με κινητούς μέσους όρους οι οποίοι την αποτυπώνουν με καθυστέρηση. Κι έτσι είτε η τάση της ανεργίας είναι πτωτική (μείωση της ανεργίας) είτε ανοδική (αύξηση της ανεργίας) τα αποτελέσματα της ΕΛΣΤΑΤ, εξ ορισμού, αργούν να αποτυπώσουν την πραγματικότητα.
Το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, από την άλλη πλευρά, μετράει τη μισθωτή απασχόληση σε πραγματικό χρόνο. Και καθώς η ανεργία προκύπτει από την αφαίρεση της στιγμιαίας απασχόλησης από το συνολικό ανθρώπινο δυναμικό (που κι αυτό αλλάζει), μέσω του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ μπορεί να παραχθεί και μία, ανεπίσημη, καταμέτρηση της ανεργίας σε πραγματικό χρόνο.
Και στο τέλος κάθε χρονιάς δεν έχουν υπολογιστεί ακόμα οι 18αρηδες της επόμενης στο συνολικό εργατικό δυναμικό, αλλά έχουν φύγει όσοι νομίμως μετανάστευσαν. Κι έχουμε τεχνική μείωση ποσοστού ανεργίας. Αλλά ταυτόχρονα έχουμε και εποχιακή αύξηση της ανεργίας από την απόλυση των εποχιακώς εργαζομένων στον Τουρισμό μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου.
Έτσι η ξεκάθαρη εικόνα για την ανεργία, οριστικά και αμετάκλητα, έρχεται πάντα με μία καθυστέρηση, αφού ολοκληρωθούν οι παραπάνω υπολογισμοί. Aυτό που λέει, λοιπόν, ο Προϋπολογισμός του 2017 είναι ότι ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ εκτιμά πως η ανεργία του 2014 είχε μειωθεί στο 24,3%. Αυτή είναι μία γνώση που υπήρχε ήδη μέσα στο 2015. Όχι την ημέρα που ανέλαβε η κυβέρνηση Τσίπρα αλλά λίγους μήνες μετά. Όμως την ημέρα που ανέλαβε η κυβέρνηση Τσίπρα γνώριζε (ήδη από το Δεκέμβριο του 2014) ότι η ανεργία είχε υπολογιστεί, μαζί με την εποχιακή διόρθωση, στο 25.4%.
«Παραποιούν τα στοιχεία για την απασχόληση και την ανεργία» είπε ο πρώην υπουργός και νυν Τομεάρχης Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Κυκλάδων, Γιάννης Βρούτσης . «Λένε ψέματα για την απασχόληση και για την ανεργία που παρέλαβαν» πρόσθεσε τονίζοντας ότι όχι μόνο η προηγούμενη κυβέρνηση είχε αναλάβει μία καλπάζουσα ανεργία και ανέτρεψε την τάση της, αλλά και την παρέδωσε χαμηλότερα απ’ ότι την παρέλαβε, πετυχαίνοντας πραγματική αύξηση της απασχόλησης για πρώτη φορά από το 2006 (θετικό ρεκόρ 7 ετών τότε) και χωρίς καμία επιβάρυνση του δημοσίου. Επιπλέον, ο κ. Βρούτσης τόνισε πως σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΓΑΝΗΣ το 2014 οι θέσεις πλήρους απασχόλησης ήταν 10% περισσότερες απ’ αυτές των ευέλικτων θέσεων απασχόλησης, εικόνα που ανατράπηκε πλήρως αφού στο α’ εξάμηνο του 2017 οι ευέλικτες θέσεις απασχόλησης είναι κατά 3.4% περισσότερες από της πλήρους απασχόλησης!
Όμως η παραποίηση της αλήθειας για την ανεργία δε σταματά εδώ αλλά επεκτείνεται και στα στοιχεία για την υποτιθέμενη μείωση της. Τί έχει συμβεί, λοιπόν, από το 2015 μέχρι σήμερα που προκαλεί μία απολύτως ψευδή εικόνα μείωσης της ανεργίας;
Καταργήθηκε επί της ουσίας ο κανόνας «5 προς 1» (ένας προσλαμβάνεται, για κάθε 5 που συνταξιοδοτούνται) και αυξήθηκαν οι προσλήψεις «συμβασιούχων» (οι περισσότερες εκ των οποίων κρίθηκαν εκ των υστέρων και όπως αναμενόταν, αντισυνταγματικές) – Έτσι αυξήθηκε ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων από τις 660 χιλιάδες στις 700 χιλιάδες δημιουργώντας ένα ετήσιο κόστος για τον Έλληνα φορολογούμενο της τάξης των 900 εκ. ευρώ (το χρόνο και κάθε χρόνο).
Διαιρέθηκε δια του τρία η διάρκεια των «προγραμμάτων μαθητείας» – κυρίως για τους νέους άνεργους και για τους μακροχρόνια άνεργους, από εξάμηνα σε δίμηνα. Αυτό προκάλεσε αντίστοιχα πολλαπλασιασμό επί τρία των συμμετεχόντων. Όμως η συμμετοχή σε πρόγραμμα μαθητείας διμήνου συνεπάγεται τη διαγραφή από τους καταλόγους ανεργίας για όλο το χρόνο! Και αυτό οδηγεί σε συγκάλυψη 180 χιλιάδων ανέργων που απλά επί δύο μήνες το χρόνο συμμετείχαν σε ένα πρόγραμμα μαθητείας αλλά παρόλα αυτά εμφανίζονται στο σύστημα ως εργαζόμενοι ολόκληρο το χρόνο.
Αντικαταστάθηκαν περί τις 200.000 θέσεις πλήρους απασχόλησης από θέσεις ελαστικών μορφών απασχόλησης (οι υπολογισμοί με βάση τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ που προαναφέρθηκαν). Κι όταν 1 εργαζόμενος του 8ωρου αντικαθίσταται από 1 εργαζόμενο του 4ωρου, αυτό ενώ στην πραγματικότητα είναι μείωση της απασχόλησης, στην πράξη εμφανίζει την απασχόληση ως «αμετάβλητη». Με αυτόν τον τρόπο συγκαλύπτεται και «ισοσκελίζεται» η απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας.
Από τα παραπάνω προκύπτει και η διαρθρωτική μείωση της ανεργίας λόγω της αύξησης της ελαστικότητας στην ελληνική αγορά εργασίας. Στην πράξη καταργούνται θέσεις πλήρους απασχόλησης και δημιουργούνται θέσεις μερικής.
Στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2016 καταγράφεται για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια κάποια αύξηση του ενεργού πληθυσμού η οποία οδηγεί και σε μείωση της ανεργίας. Δηλαδή αν έχουμε 10 ανέργους με 100 άτομα πληθυσμό τότε η ανεργία είναι 10%. Αλλά αν ο πληθυσμός αυξηθεί στα 200 άτομα τότε η ανεργία θα μειωθεί στο 5%. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ λοιπόν το 2016 ο ενεργός πληθυσμός της Ελλάδας αυξήθηκε.. άρα η ανεργία μειώθηκε, χωρίς να μειωθεί…
Απορροφήθηκαν μερικές χιλιάδες άνεργοι σε ΜΚΟ (για τους μετανάστες).
Μόνο από τα 1 και 2 η τεχνητή μείωση της ανεργίας ανέρχεται σε 220 χιλιάδες θέσεις ήτοι κατά 4%. Αν και ψευδής η μείωση αυτή υποχρεωτικά καταγράφεται ως τέτοια απ’ την ΕΛΣΤΑΤ. Όχι όμως και από τα ασφαλιστικά ταμεία τα έσοδα των οποίων μειώθηκαν με αποτέλεσμα να χρειαστεί να αυξηθούν οι ασφαλιστικές εισφορές. Και σε όλα τα παραπάνω δεν υπολογίζουμε την εκτίμηση του ΣΕΒ σύμφωνα με την οποία «η μείωση της ανεργίας οφείλεται κυρίως στη μείωση του παρονομαστή, δηλαδή στη μείωση του ενεργού πληθυσμού». Ούτε ότι περισσότερο από ενάμιση εκατομμύριο εργαζόμενοι δουλεύουν απλήρωτοι μέχρι και έξι μήνες ενώ σε 900 χιλιάδες η καθυστέρηση φτάνει μέχρι τους 15 μήνες.
Αυτή είναι, λοιπόν, η πραγματική κατάσταση τόσο για την ανεργία που παρέλαβε η κυβέρνηση Τσίπρα, η οποία ήταν πολύ μικρότερη απ’ όσο υποστηρίζει, όσο και τη μείωση της επί των ημερών της, η οποία είναι στη θεωρία πολύ μικρότερη και στην πράξη ανύπαρκτη αφού η πραγματική ανεργία έχει αυξηθεί.
Και πράγματι, πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; Η βασική οικονομική θεωρία που συσχετίζει τις μεταβολές του ΑΕΠ με τις μεταβολές της ανεργίας και αποδίδεται από τον οικονομικό Νόμο του Okun, δείχνει ότι στην Ελλάδα για κάθε αύξηση/μείωση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 1%, η ανεργία μειώνεται/αυξάνεται κατά 0,31%, που συνεπάγεται ότι η μεταβολή κατά 1% της ανεργίας προϋποθέτει μεταβολή κατά 3,18% του ΑΕΠ.
Έτσι, για να μειωθεί η ανεργία κατά 5%, όπως υποστηρίζει ο κ. Τσίπρας, θα έπρεπε το ΑΕΠ να έχει αυξηθεί κατά 5 x 3.18%= 15.9%! Ίσως αυτή να είναι η ανάπτυξη που είχε υποσχεθεί η ο πρωθυπουργός αλλά ήρθε μόνο μέσω της μείωσης της ανεργίας.
Πρέπει επιτέλους οι Κυβερνήσεις να διδαχθούν από την κρίση, ότι καλύτερα να λένε την αλήθεια στο Λαό, για να τον έχουν και μαζί τους. Γιατί όπως λέει κι ο ίδιος ο Λαός: «το ψέμα έχει κοντά ποδάρια».