Κατά την τελετή υπογραφής της συμφωνίας ενωσιακής πράξης συγχρηματοδότησης (EU Funds) μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ο υπουργός Οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας χαρακτήρισε «κομβικής σημασίας» τη σύμβαση που αφορά τη συγχρηματοδότηση της εθνικής συμμετοχής για την κάλυψη προγραμμάτων του ΕΣΠΑ κατά την προγραμματική περίοδο 2021-2027.

Σημειώνεται πως με τη σημερινή σύμβαση, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων θα χορηγήσει, σταδιακά, 1 δισ. ευρώ, συμμετέχοντας σε χρηματοδότηση που περιλαμβάνει εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους, συνολικού ύψους άνω των 23 δισ. ευρώ, για την επιτυχή υλοποίηση καίριων επενδυτικών σχεδίων σε όλη την ελληνική επικράτεια.

Ειδικότερα, στο πλαίσιο προώθησης της οικονομικής ανάπτυξης και ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής, τα προς υλοποίηση προγράμματα που θα χρηματοδοτηθούν από τη σημερινή σύμβαση βασίζονται σε ένα τρίπτυχο προτεραιοτήτων:

1η προτεραιότητα: Δίνεται προτεραιότητα, κυρίως, σε μικρά και μεσαία επενδυτικά σχήματα, κάτω των 50 εκατ. ευρώ έκαστο, και προτάσσεται η υποστήριξη πολλαπλών τομέων προτεραιότητας, όπως είναι η έρευνα και καινοτομία, οι τηλεπικοινωνίες, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η ενεργειακή αποδοτικότητα.

2η προτεραιότητα: Υποστηρίζονται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η ραχοκοκαλιά του παραγωγικού ιστού της οικονομίας, ιδιαίτερα μέσω προγραμμάτων βελτίωσης των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού τους.

Με τον τρόπο αυτό, ενδυναμώνεται, περαιτέρω, τόσο το επιχειρηματικό όσο και το κοινωνικό κεφάλαιο της χώρας.

3η προτεραιότητα: Προωθείται, στρατηγικά, η πράσινη μετάβαση της ελληνικής οικονομίας και της χώρας.

Άνω του 33% των πόρων που θα διατεθούν κατά την τρέχουσα προγραμματική περίοδο θα απορροφηθεί σε έργα τόσο μετριασμού των εκπομπών ρυπογόνων αερίων όσο και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή.

Σύμφωνα με τον κ. Σταϊκούρα, «συνολικά, οι δράσεις που θα χρηματοδοτηθούν συμβάλλουν σημαντικά στον κεντρικό στρατηγικό μας στόχο: τον μετασχηματισμό της Ελλάδας σε μια βιώσιμη οικονομία.

Οικονομία που παράγει και εξάγει καλύτερα και περισσότερο, προσελκύει περισσότερες επενδύσεις και δημιουργεί θέσεις εργασίας, ευκαιρίες και νέες προοπτικές.

Έναν στόχο που ήδη, σε σημαντικό βαθμό, επιτυγχάνουμε!

Και αυτό γιατί, παρά την πρωτόγνωρη αβεβαιότητα και τις αντίξοες διεθνείς συνθήκες, η ελληνική οικονομία έχει καταφέρει να ξεχωρίζει, τόσο για τις καλές επιδόσεις και την υψηλή ανθεκτικότητά της, όσο και για τις θετικές προοπτικές της.

Επίτευγμα που αποδεικνύεται – μεταξύ άλλων – από:

1ον. Την ισχυρή και βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία που καταγράφει.

2ον. Την ποιοτική στροφή του παραγωγικού και αναπτυξιακού μας μοντέλου.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι η Ελλάδα θα είναι πρωταθλήτρια σε ρυθμό αύξησης επενδύσεων στην Ευρώπη την επόμενη τριετία.

3ον. Τη σημαντική συρρίκνωση της ανεργίας.

4ον. Την ενίσχυση του κύρους και της αξιοπιστίας της χώρας, όπως επισφραγίστηκε τον περασμένο Αύγουστο, με την έξοδο της Ελλάδας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας.

Επιπλέον, η ελληνική οικονομία, έχοντας αναβαθμιστεί από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης 11 φορές κατά την τελευταία τριετία, απέχει, πλέον, μόνο ένα σκαλοπάτι από την επενδυτική βαθμίδα, η ανάκτηση της οποίας αποτελεί κομβικό – και ρεαλιστικό – στόχο για το 2023.

Επομένως, με τη συμμετοχή της στη συγχρηματοδότηση των προγραμμάτων του Εταιρικού Συμφώνου Περιφερειακής Ανάπτυξης για την τρέχουσα περίοδο, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων επιβεβαιώνει τη σταθερή στήριξή της στη χώρα μας και στην πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Στήριξη που αποτυπώνεται και στα οικονομικά αποτελέσματα του περασμένου έτους, καθώς το 2022 η ΕΤΕπ παρείχε χρηματοδότηση ύψους 2,175 δισ. ευρώ στην Ελλάδα – περισσότερο από κάθε άλλη χώρα ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Μάλιστα, το 65% των έργων που χρηματοδοτήθηκαν ήταν έργα που συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Με σταθερό σύμμαχό μας την ΕΤΕπ και το γραφείο της στην Ελλάδα, συνεχίζουμε δυναμικά και με συνέπεια την υλοποίηση κρίσιμων έργων και μεταρρυθμίσεων.

Έργα και μεταρρυθμίσεις που οδηγούν στην οριστική στροφή της χώρας προς ένα νέο, δίκαιο, βιώσιμο και κοινωνικά δίκαιο οικονομικό μοντέλο».