,

Βοτανικό Μουσείο Τμήματος Βιολογίας Παν.Πατρών

Από τον Ιανουάριο 2019, το Βοτανικό Μουσείο είναι επισκέψιμο και δέχεται

15 Μαρτίου 2023

του/της Βασω Δημητράντζου

Το Βοτανικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Πατρών ιδρύθηκε το 1973 με βάση  το Π.Δ. 360 (ΦΕΚ 264/3-10-1973), ύστερα από πρωτοβουλία του τότε καθηγητή της έδρας της Βοτανικής και πρώτου διευθυντή του κ. Δ. Φοίτου. Βασικός στόχος του Μουσείου είναι η διερεύνηση και επιστημονική τεκμηρίωση του φυσικού πλούτου της Ελλάδας με έμφαση στη χλωρίδα. Λειτουργεί ως βασική ερευνητική δομή και υποδομή του Τμήματος Βιολογίας α) αποτελώντας τη βάση για συστηματικές, βιογεωγραφικές και φυλογενετικές έρευνες των φυτών και β) στηρίζοντας ταυτόχρονα την εκπαίδευση των φοιτητών του Τμήματος Βιολογίας. Η επιστημονική και πολιτισμική αξία του Βοτανικού Μουσείου είναι ιδιαίτερα σημαντική, επειδή συνδέεται με το μοναδικό απόθεμα βιοποικιλότητας και γενετικών πόρων της μοναδικής ελληνικής χλωρίδας.

Βάσει του Π.Δ. διευθυντής του Βοτανικού Μουσείου είναι ο εκάστοτε Διευθυντής/ Καθηγητής του Εργαστηρίου / Έδρας της Βοτανικής, γεγονός που αποτυπώνει και τη στενή σχέση των αντίστοιχων μονάδων (Εργαστήριο Βοτανικής, Έδρα Βοτανικής, Βοτανικό Μουσείο) οι οποίες στην ουσία, για πολλά χρόνια λειτουργούσαν ως ενιαία ακαδημαϊκή μονάδα και εκπαιδευτική και ερευνητική δραστηριότητα.

Από το 1982 και μετά το Βοτανικό Μουσείο εντάσσεται, ως ξεχωριστή δομή στο Τμήμα Βιολογίας και την ευθύνη λειτουργίας του έχει ο Τομέας Βιολογίας Φυτών, μέσω τριμελούς επιτροπής που ορίζεται από την Γ.Σ. του Τομέα και εγκρίνεται από τη Γ.Σ. του Τμήματος. Στεγάζεται στο κτήριο Βιολογίας-Μαθηματικών της Πανεπιστημιούπολης, στο Ρίο Πατρών.

Το Μουσείο περιλαμβάνει χώρο επιστημονικών συλλογών φυτικών δειγμάτων, ερευνητικό χώρο, χώρο επεξεργασίας και τακτοποίησης φυτικών δειγμάτων, βοηθητικούς χώρους, χώρους εκθετηρίου δειγμάτων επιλεγμένων φυτικών ειδών και χώρο υποδοχής κοινού.

Από τον Δεκέμβριο του 2018 εγκαινιάστηκε και λειτουργεί η μόνιμη θεματική έκθεση με τίτλο «Ελληνική Χλωρίδα: ένα μοναδικό Φυσικό Κεφάλαιο».

Συλλογές

Στις συλλογές του Μουσείου (Herbarium) περιλαμβάνονται περισσότερα από 100.000 αποξηραμένα φυτικά δείγματα (από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα), που αντιπροσωπεύουν το 88% των οικογενειών και το 84% των γενών της Ελληνικής Χλωρίδας (Εικόνα 1). Η αντιπροσώπευση φυτικών οικογενειών και γενών της ελληνικής χλωρίδας στα δείγματα του UPA-Herbarium σύμφωνα με τους Dimopoulos et al.  (2013, 2016) είναι ιδιαίτερα σημαντική

(Εικόνα 2). Περίπου το 98% των δειγμάτων είναι αγγειόσπερμα, 0,6% γυμνόσπερμα και το 1,4% πτεριδόφυτα (Εικόνα 3). Οι οικογένειες που εκπροσωπούνται με το μεγαλύτερο ποσοστό στα δείγματα του Μουσείου είναι οι εξής: Caryophyllaceae, Asteraceae και Fabaceae, ενώ από τα γένη τα SileneCentaurea και Crepis (Εικόνες 4 & 5). Τα κατατεθειμένα δείγματα στο UPA-Herbarium αποτελούν μέρος συλλογών Ελλήνων και Ευρωπαίων ερευνητών από μια σειρά γεωγραφικών περιοχών (βουνά, νησιά και μικρονησίδες, υγρότοποι, λιβάδια, δασικές εκτάσεις κλπ.). Το ποσοστό φυτικών δειγμάτων από ορεινές περιοχές της Ελλάδας είναι 40.3% και από νησιωτικές το 32.8% (Εικόνα 6). Από τις 13 φυτογεωγραφικές περιοχές της Ελλάδας (σύμφωνα με τους Strid & Tan 1997), το μεγαλύτερο ποσοστό φυτικών δειγμάτων του UPA-Herbarium έχει συλλεχθεί από τη Στερεά Ελλάδα (StE), την Πελοπόννησο (Pe), τα νησιά του Ιονίου(IoI) και του Ανατολικού Αιγαίου (EAe) και τη φυτογεωγραφική περιοχή Κρήτης-Καρπάθου (ΚΚ) όπως παρουσιάζεται στην Εικόνα 7 σε συνδυασμό με την κατάταξη των  δειγμάτων σε οικογένειες και γένη της ελληνικής χλωρίδας

Το Βοτανικό Μουσείο του Τμήματος Βιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών είναι ένα από τα μεγαλύτερα και πληρέστερα στην Ελλάδα, τόσο όσον αφορά στον αριθμό των δειγμάτων του, αλλά και όσον αφορά στην αντιπροσωπευτικότητά του σε σχέση με τη ποικιλότητα της ελληνικής χλωρίδας. Στις συλλογές του περιλαμβάνονται φυτικά δείγματα από το σύνολο σχεδόν των φυτικών οικογενειών (185) και φυτικών γενών (παραπάνω από 1000) που απαντούν στον Ελληνικό χώρο.  Τα δείγματα αυτά  προέρχονται από διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας και έχουν συλλεχθεί, στο μεγαλύτερο μέρος  τους, από μέλη που υπηρετούν ή υπηρέτησαν στο Εργαστήριο Βοτανικής στα 47 χρόνια λειτουργίας του, αλλά και με τη συμβολή πολυάριθμων ερευνητών από την Ελλάδα και από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες με τους οποίους έχουν αναπτυχθεί εξερευνητικές και ερευνητικές συνεργασίες.

Στις συλλογές του Βοτανικού Μουσείου περιλαμβάνεται  πλήθος δειγμάτων στα οποία έχουν στηριχτεί πολυάριθμες δημοσιευμένες χλωριδικές και βιοσυστηματικές έρευνες, εθνικές και διεθνείς βάσεις δεδομένων, καθώς και δεκάδες Τύποι (holotypes), δηλ. δείγματα στα οποία στηρίζεται η περιγραφή νέων ειδών για την επιστήμη και για την Ελληνική χλωρίδα.

Στο Βοτανικό Μουσείο (Herbarium) υπάρχουν κατατεθειμένα φυτικά δείγματα από ηπειρωτικές και νησιωτικές περιοχές της Ελλάδας, όπως από τα όρη: Ερύμανθος, Κυλλήνη, Μπούμιστος, Οίτη, Βαρδούσια, Παναχαϊκό, Τυμφρηστός, κ.ά., από τα νησιά του Ιονίου: Παξοί, Οθωνοί, Κεφαλληνία, Κέρκυρα κ.ά., από τα νησιά του Αιγαίου: Λήμνος, Ικαρία, Σάμος, Φούρνοι, Εύβοια, Χίος, Σέριφος, Γυάρος, Λέρος, Λειψοί, Αρκοί, Αγαθονήσι, Οινούσες, περισσότερες από 100 βραχονησίδες και από την Κρήτη και τις νησίδες γύρω από το νησί. Υπάρχουν εκτεταμένες συλλογές που αφορούν τη χασμοφυτική χλωρίδα της Κρήτης, την ενδημική χλωρίδα της Πελοποννήσου και της Εύβοιας κ.ά. Όσον αφορά στη βιοσυστηματική, υπάρχουν εκτεταμένες συλλογές για τα γένη Allium, AnthemisBellevaliaBolanthusCentaureaCrepisFritillariaLimoniumPaeoniaScillaSternbergiaViola κ.ά.

Η πρωτοβουλία της Διοίκησης του Μουσείου για την ανακαίνιση τριών χώρων του Βοτανικού Μουσείου και την λειτουργία της μόνιμης θεματικής έκθεσης με τίτλο «Ελληνική Χλωρίδα: ένα μοναδικό Φυσικό Κεφάλαιο» που εγκαινιάστηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2018 (Εικόνες 8, 9, 10,11) υπηρετεί τους εξής στόχους:

α) Να γίνει γνωστό και να αναδειχθεί το Βοτανικό Μουσείο ως μια σημαντική δομή του Πανεπιστημίου μας. Το Βοτανικό Μουσείο μαζί με το Ζωολογικό Μουσείο (που εδώ και χρόνια αποτελεί πόλο έλξης ως μια δομή επισκέψιμη από σχολεία και άλλες εκπαιδευτικές μονάδες) αποτελούν επιστημονικές δομές τεκμηρίωσης της φυτικής και ζωικής ποικιλότητας του φυσικού περιβάλλοντος της Ελλάδας,

β) να προβληθεί το Βοτανικό Μουσείο-Ερμπάριο του Τμήματος Βιολογίας και η ανεκτίμητη αξία των συλλογών που φιλοξενεί με περισσότερα από 100.000 αποξηραμένα δείγματα φυτών (από τον 19ο αιώνα μέχρι τις μέρες μας),

γ) να προβληθεί και να αναδειχθεί ο πλούτος και η αξία της Ελληνικής Χλωρίδας ως ένα από τα σημαντικά «θερμά σημεία» φυτικής ποικιλότητας σε Μεσογειακό και παγκόσμιο επίπεδο,

δ) να γίνει επισκέψιμο το Βοτανικό Μουσείο-Ερμπάριο, μέσω της σύνδεσής του με τις δομές εκπαίδευσης του νομού Αχαΐας, αλλά και των υπόλοιπων νομών της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας.

Η σημασία αυτών των πρωτοβουλιών στην παρούσα φάση κρίνεται από την βελτιστοποίηση της λειτουργίας του Βοτανικού Μουσείου ως ερευνητικής δομής, σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας του Διεθνούς Συμβουλίου για τα Μουσεία (ICOM) και μελλοντικά θα κριθεί από την επιτυχία και τον αντίκτυπο του εγχειρήματος «άνοιγμα στις εκπαιδευτικές δομές του Νομού Αχαΐας, της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας αλλά και ευρύτερα σε περιβαλλοντικά Κέντρα, Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών» στην κοινωνία και ειδικότερα στις νεότερες γενιές.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

27 Μαρτίου 2024