Του Παναγιώτη Γαλάνη*
Το άρθρο αυτό στοχεύει να εξετάσει υπό ουδέτερο νομικό πρίσμα την προστασία των αναδασωτέων εκτάσεων και να ασκήσει κριτική στην εγκατάσταση γενικώς έργων και ειδικώς αιολικών πάρκων εντός αυτών, εξετάζοντας τις προβλέψεις της νομοθεσίας και νομολογίας.
Η προσέγγιση αυτή είναι αποκλειστικά νομική και δεν εξετάζει σε καμία περίπτωση το θέμα από άποψη περιβαλλοντική/δασολογική ή άλλη.
Δασικές πυρκαγιές
Οι πολλαπλές τραγικές ελληνικές εμπειρίες από τις δασικές πυρκαγιές (εντελώς ενδεικτικά παραδείγματα: το 2007, το 2018 στο Μάτι, πολλαπλές εστίες το 2021 κλπ.) και τις ραγδαίες επιπτώσεις τους στην ανθρώπινη υγεία (βλαβερές χημικές ουσίες), τη ζωή (πρόκληση θανάτων, ασθενειών), αλλά και την ιδιοκτησία (καταστροφή, υποβάθμιση οικιών), καθώς και πρωτίστως στο ίδιο το περιβάλλον (βλάβες στην πανίδα και στη χλωρίδα μιας περιοχής, μεταβολές στον υδρολογικό κύκλο, απώλεια παραγωγών οικοσυστήματος, μείωση του συνολικού οξυγόνου στην ατμόσφαιρα κλπ.) υπογραμμίζουν την ανάγκη διατήρησης στο ακέραιο των δασικών οικοσυστημάτων της χώρας.
Ο νομοθέτης δεν μπορεί να μείνει αδρανής μπροστά στις τεράστιες προκλήσεις. Τα γενικότερα λαμβανόμενα σε αυτή την περίπτωση από τις αρχές μέτρα διακρίνονται, πρώτον, σε προληπτικά που αποσκοπούν στην διαχείριση του κινδύνου της πυρκαγιάς, καθώς και στην προάσπιση του φυσικού περιβάλλοντος από αυτή, δεύτερον, σε «προκατασταλτικά» (χειρισμοί καυσίμων, διασπορά δυνάμεων κλπ.), τρίτον, σε κατασταλτικά που καθιστούν ευχερέστερο το έργο της πυρόσβεσης, και, τέταρτον σε μέτρα αντιμετώπισης των συνεπειών αλλά και αποκατάστασης όλων των θιγέντων (π.χ. με καταβολή αποζημιώσεων στους πληγέντες) καθώς και του διαταραχθέντος φυσικού περιβάλλοντος, κυρίως με το μέτρο της αναδάσωσης.
Αναδάσωση κατά το Σύνταγμα
Η αναδάσωση ως μέσο επανορθωτικό της καταστραφείσας δασικής βλάστησης έχει συνταγματικό θεμέλιο και ανιχνεύεται και σε πληθώρα διατάξεων του κοινού νόμου.
Η συνταγματική διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 117 έχει ως εξής: «Δημόσια ή ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά ή που με άλλο τρόπο αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται δεν αποβάλλουν για το λόγο αυτό το χαρακτήρα που είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισμό.»
Για να κηρυχθεί αναδάσωση, απαιτείται να υφίστανται οι αντικειμενικές προϋποθέσεις της διάταξης (καταστροφή/αποψίλωση), ενώ η κήρυξη αποσυνδέεται από το ιδιοκτησιακό της έκτασης (δημόσια/ιδιωτικά δάση, δασικές εκτάσεις).
Το Σύνταγμα θέτει τον κανόνα ότι δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση η μεταβολή προορισμού των αναδασωτέων εκτάσεων και για κανέναν σκοπό.
Αυστηρή προστασία των αναδασωτέων εκτάσεων
Η νομική προστασία των αναδασωτέων εκτάσεων διαγράφεται ιδιαίτερα αυστηρή και σχεδόν απόλυτη. Ο αυστηρός χαρακτήρας (που καλείται «δασικό κεκτημένο») και μάλιστα συνάδει με την αρχή του δικαίου περιβάλλοντος «άπαξ δάσος, πάντα δάσος» στοχεύει στην επανάκτηση δασικής μορφής, κατόπιν κινήσεως και ολοκληρώσεως της διοικητικής διαδικασίας. Και μάλιστα, ενώ για τα δάση επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση η αλλαγή μορφής (βλ. άρθρο 24 παρ. 1), για την αναδάσωση δεν προβλέπεται κάτι αντίστοιχο σε επίπεδο Συντάγματος. Και, βεβαίως, το ίδιο το συνταγματικό κείμενο θέτει σαφή όρια στον νομοθέτη.
Έργα σε αναδασωτέες εκτάσεις σύμφωνα με τη νομοθεσία – ειδικώς εγκατάσταση ΑΠΕ σε δασικά οικοσυστήματα ως κατ’ εξαίρεση λύση
Ωστόσο, η αυστηρή προστασία σύμφωνα με το Σύνταγμα και τη νομοθεσία δεν αποκλείει την υλοποίηση κάποιων έργων στις αναδασωτέες εκτάσεις, σύμφωνα με τις κατωτέρω προϋποθέσεις.
H εγκατάσταση ΑΠΕ σε δάση ή δασικές εκτάσεις απαιτεί την ύπαρξη νομοθετικής ή κανονιστικής διάταξης, την τήρηση της φειδούς, την ύπαρξη διοικητικής αιτιολογίας περί υπερέχουσας σημασίας αναγκών που κρίνονται ικανοποιητέες εν προκειμένω και περί μη ύπαρξης εναλλακτικής λύσης, απαιτείται άρα εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, αποκλειομένης της συλλήδβην και in abstracto απόρριψης όλων των έργων ΑΠΕ, πράγμα που γίνεται με συνεκτίμηση των ιδιαίτερων συνθηκών της περιοχής αλλά και των χαρακτηριστικών εκάστου έργο. Είναι εξίσου προφανές ότι οι ΑΠΕ δεν θεωρούνται μικρό έργο ούτε έργο υποδομής και εγκατάστασης δικτύου ηλεκτρισμού, ενώ ειδικά δε τα αιολικά πάρκα μπορούν να θεωρηθούν μεγάλα δημόσια έργα. Όλα τα παραπάνω απορρέουν από το άρθρο 24 παρ. 1 Σ, το οποίο συνηγορεί στο ότι η χρήση των ΑΠΕ εντάσσεται σε μία προφανή λογική βιώσιμης ανάπτυξης.
Ειδικά όσον αφορά, όμως, τις αναδασωτέες εκτάσεις, όπως προβλέπεται στο άρθρ. 46 Ν. 998/79, ουδεμία επιτρέπεται επέμβαση σε αυτές, με εξαίρεση τα αναφερόμενα στον νόμο αυτό και ιδίως: η διάνοιξη οδών, τα έργα υποδομής, τα έργα πολιτιστικού χαρακτήρα.
Πολύ σημαντική κρίνεται και η διάταξη του άρθρ. 6 παρ. 4 στο Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΠΧΣΑΑ), για επέμβαση στις ευαίσθητες περιοχές που προέβλεψε ρητά ότι είναι δυνατή (υπό προϋποθέσεις) η εγκατάσταση αιολικών σταθμών σε αναδασωτέες εκτάσεις, και συντελέσθηκε έτσι ένα σπουδαίο βήμα για την άρση της νομικής αμφιβολίας.
Επίσης, σε επίπεδο δικαστηρίων, παρατηρείται μία «μεταστροφή» νομολογίας από το 2008 (όπου χορηγήθηκε αναστολή εκτέλεσης απόφασης εγκατάστασης αιολικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε έκταση δασική αναδασωτέα του Δήμου Τροιζήνας). Το 2011 και 2012 η νομολογία του ΣτΕ προέβη αρχικά με έναν πολύ καινοτόμο (ή επικίνδυνο;) τρόπο στην ερμηνεία της πρόθεσης του συνταγματικού νομοθέτη, κάμπτοντας για πρώτη φορά την απόλυτη προστασία, προς την κατεύθυνση της εκπλήρωσης υπέρτερων δημόσιων σκοπών που άλλως «θα ματαιώνονταν ολότελα, αν αναμενόταν πρώτα να αναδασωθεί πλήρως η καταστραφείσα έκταση», όπως τονίζει.
Η κομβική ΟλΣτΕ 2499/2012 έθεσε τα εξής κριτήρια για το επιτρεπτό της εγκατάστασης αιολικού πάρκου σε αναδασωτέα έκταση:
- Επιτακτικότατος λόγος δημοσίου συμφέροντος (ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού) και ύπαρξη εξειδικευμένης στάθμισης
- Ανάγκη ειδικής αιτιολογίας
- Προηγούμενη χορήγηση άδειας κατ’ άρθρ. 8 παρ. 1, 2 Ν. 3468/2006 για εγκατάσταση και επέκταση άδειας με την προηγούμενη εγκριτική πράξη του διοικητικού οργάνου που θεσπίζει όρους επέμβασης και αποκατάστασης
- Επισήμανση ότι δεν υφίσταται μεταβολή του δασικού χαρακτήρα της έκτασης, ενώ και η πρόκληση της βλάβης είναι προσωρινή, διότι το πάρκο θα λειτουργούσε για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και μετά απ’ αυτό θα ακολουθήσει αποκατάσταση του δασικού χαρακτήρα, συνεπώς η εγκατάσταση ΑΠΕ θα περιορισθεί στην απολύτως αναγκαία για τον σκοπό αυτό περιοχή
- Πληρότητα της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) ως προς το αρνητικό ή μη της επίπτωσης στο σκοπό της αναδάσωσης και τη λήψη αντισταθμιστικών μέτρων
Η απόφαση είναι απλώς ανεκτή, δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο επιδοκιμασίας σε καμία περίπτωση, γεγονός που επισημαίνεται και από σημαντικές πηγές της νομικής θεωρίας. Η απόφαση αναφέρεται στην πραγματοποίηση του έργου πριν την ανάκτηση της δασικής μορφής, σε ένα μέρος της έκτασης (ενώ το υπόλοιπο θα διατεθεί για τον σκοπό της αναδάσωσης), και όχι βέβαια με τη μεταβολή του χαρακτήρα της έκτασης, αλλά μόνο την εκτέλεση του έργου και δη της συγκεκριμένης δραστηριότητας και αφού πάντοτε προηγηθεί η ειδική άδεια ως διαδικαστική δικλίδα.
Βεβαίως, δύο χρόνια μετά ψηφίστηκε ο Ν. 4280/2014 που ανοίγει – κατά την εδώ υποστηριζόμενη γνώμη – τον ασκό του Αιόλου, επεκτείνοντας υπέρμετρα τις περιπτώσεις επιτρεπτών επεμβάσεων, χωρίς να κατονομάζει ρητά ποιες επεμβάσεις επιτρέπονται σε δάση/δασικές εκτάσεις (βλ. παραπάνω), ενώ είναι αρκετά φειδωλός ως προς τις αναδασωτέες εκτάσεις.
Γενικότερα το πρόβλημα της γενίκευσης της νομολογίας για τις ΑΠΕ κινδυνεύει λόγω κατάχρησης από τη νομολογία και τον νομοθέτη να καταστεί «δαμόκλειος σπάθη» της προστασίας των αναδασωτέων εκτάσεων, στο βαθμό που και μόνη η επίκληση της απόφασης 2499/2012 παρέχει επαρκές έρεισμα εξαγωγής ενός συμπεράσματος περί του επιτρεπτού, χωρίς όμως να ταυτίζονται οι όροι και τα έργα σε κάθε περίπτωση. Οι επικριτές των τελευταίων αποφάσεων μας οδηγούν στο να επανεξετάσουμε εγγύτερα, διεξοδικότερα και κυρίως όχι αφηρημένα, αλλά σε κάθε περίπτωση που άγεται ενώπιον των δικαστηρίων, αν το έργο αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα της αναγέννησης της καταστραφείσας βλάστησης. Αυτό θα κριθεί από την εξέταση ενός πλέγματος τόσο διατάξεων (εθνικών, ενωσιακών κλπ.) που να το επιτρέπουν, όσο και από τη μελέτη του φακέλου και ιδίως της ΜΠΕ ώστε να διαπιστωθεί αν το συγκεκριμένο πάντοτε έργο πληροί ουσιαστικά (όχι απλώς τυπικά) τις αναγκαίες προϋποθέσεις υλοποίησης. Μόνο έτσι θα αποφευχθεί η πιθανότητα άμετρης γενίκευσης της νομολογηθείσας λύσης και συνακόλουθης «κατακρεούργησης» ενός τόσο ευαίσθητου περιβαλλοντικού αγαθού, όπως τα δάση και δη οι αναδασωτέες εκτάσεις που προορίζονται να γίνουν ξανά δάση.
Το μέλλον θα δείξει κατά πόσο η νομολογία αυτή θα παγιοποιηθεί και τι συνέπειες θα υπάρξουν σε νομικό, αλλά κυρίως σε περιβαλλοντικό επίπεδο. Βασικός σκοπός παραμένει η συνταγματική πρόβλεψη περί μη μεταβολής μορφής της έκτασης.
Για περισσότερα, μπορείτε να δείτε τις μελέτες μου: Π. Γαλάνης, Επιτρεπτές επεμβάσεις σε αναδασωτέες εκτάσεις. Με το βλέμμα στο παρελθόν ή στο μέλλον; Περιβάλλον και Δίκαιο 1/2019, 13 επ.
Π. Γαλάνης, Η νομική προστασία των αναδασωτέων εκτάσεων, Πέργαμος, ΕΚΠΑ, 2/3/2018.
- Δικηγόρος Λαμίας, Περιβαλλοντικού – Πολεοδομικού Δικαίου, PhDc, LLM, panagiotisgln@gmail.com