Το σύγχρονο Γαλαξίδι είναι προορισμός αγαπημένος για σύντομες εξορμήσεις, τόσο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες όσο και το χειμώνα.
Το Γαλαξίδι βρίσκεται χτισμένο στην τοποθεσία της αρχαίας λοκρικής πόλης Χάλαιον, και στην πολύχρονη ιστορία του, εκτός από ημέρες ακμής, γνώρισε τις επιδρομές και το μένος πολλών κατακτητών.
Ερευνητές και αρχαιολόγοι πιστεύουν πως η ευρύτερη περιοχή του Γαλαξιδίου κατοικήθηκε τουλάχιστον από την 6η π.Χ. χιλιετηρίδα. Τον 10ο περίπου αιώνα το αρχαίο Χάλαιον μετονομάζεται σε Γαλαξίδι. Η ναυτική ισχύς του Γαλαξιδίου, ωστόσο, ανάγκασε τους Τούρκους κατακτητές να παραχωρήσουν δικαιώματα και ελευθερίες, προκειμένου και οι ίδιοι να επωφελούνται. Το 1571-1572 οι Γαλαξιδιώτες επιχειρούν να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό. Καθοριστική ήταν άλλωστε η συμβολή τους και στον απελευθερωτικό αγώνα της Ελλάδας αρκετά χρόνια αργότερα. Μετά από μια μακρά περίοδο δυσκολιών -το 1580 ένας φοβερός σεισμός καταστρέφει το Γαλαξίδι, το 1665 μια άγρια επιδρομή διώχνει τους κατοίκους από την περιοχή τους- η ευημερία επιστρέφει εκ νέου στο Γαλαξίδι.
Το 1813 η μικρή πόλη είναι το τέταρτο λιμάνι της Ελλάδας σε ναυτική και εμπορική δραστηριότητα. Οι τελευταίοι μήνες του 1820, βρίσκουν το Γαλαξίδι σε ακμή. Το λιμάνι του ήταν από τα πιο πολυσύχναστα Ελληνικά λιμάνια. Το Γαλαξίδι, μαζί με τις Σπέτσες, ήταν το δεύτερο Ελληνικό λιμάνι σε αριθμό πλοίων. Οι Γαλαξιδιώτες είναι πρωτεργάτες του Εθνικού Ξεσηκωμού στη Φωκίδα, με υψηλό πατριωτικό φρόνημα και ακλόνητη πίστη στην Εθνεγερσία και στην Απελευθέρωση του Έθνους. Από πολύ νωρίς Γαλαξιδιώτες είχαν μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία, όπως ο καραβοκύρης Δρόσος Βλάμης , ο Χαράλαμπος Πρίμας ο Ηλίας Φούντας και άλλοι .
Στις αρχές Μαρτίου 1821 γίνεται στο Γαλαξίδι συμβούλιο δράσης.Σ΄ αυτό πήραν μέρος ο Επίσκοπος Σαλώνων Ησαΐας, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος , ο Πανουργίας και άλλοι πρόκριτοι και οπλαρχηγοί.
Μετά το 1830, με τον άνεμο της ελευθερίας να πνέει στο μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας, το Γαλαξίδι αναγεννιέται, γνωρίζει οικονομική άνθιση, χτίζονται κτήρια και σχολεία. Έργο εκείνης της περιόδου είναι η δημοτική αγορά και το Παρθεναγωγείο (1880), το οποίο σήμερα χρησιμοποιείται για διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 18ου αιώνα και μέχρι τα τέλη του 19ου τα γαλαξιδιώτικα ιστιοφόρα εκτελούν ταξίδια σε όλα τα λιμάνια της Μεσογείου. Περί το 1890 όμως, εμφανίζονται τα ατμόπλοια και έτσι η ιστιοφόρος ναυτιλία παρακμάζει, μαζί και η ναυτική δεινότητα των Γαλαξιδιωτών.
Με πλούσια ναυτική ιστορία και τολμηρούς καπεταναίους που μετέφεραν εμπορεύματα σε όλη τη Μεσόγειο, ο τόπος στην ακμή του γνώρισε μεγάλη ευμάρεια.
Σήμερα, η όμορφη κωμόπολη του νομού Φωκίδος γεμίζει ζωή τα Σαββατοκύριακα από κόσμο που έρχεται να θαυμάσει τα ιστορικά καπετανόσπιτα και να περπατήσει στα καντούνια της. Στο Γαλαξίδι οι επιλογές για περπάτημα και εξερεύνηση είναι πολλές. Ενας ρομαντικός περίπατος είναι έως την απέναντι χερσόνησο με το πευκοδάσος να φτάνει στη θάλασσα, «το μνημείο της γυναίκας του ναυτικού» και πιο πέρα μέχρι τα ακρωτήρια Πούντα και Τρίπορη. Μπορεί, επίσης, να ανεβεί κανείς στον λόφο Ξηροτύρι, βόρεια του Γαλαξιδίου, στην πλαγιά του οποίου βρίσκεται η σπηλιά Αγκώνα με σταλακτίτες, σκαλιστά σκαλοπάτια και ένα αρχαίο πιθάρι σφηνωμένο στον πυθμένα της.
Βόλτα με θέα στις «Ελβετικές λίμνες»
Η πραγματική ωστόσο ομορφιά του Γαλαξιδίου είναι τα καντούνια του παραδοσιακού οικισμού, η οποία έχει χαρακτηριστεί ιστορικός διατηρητέος οικισμός από το 1967, με τα καπετανόσπιτα να διηγούνται εύγλωττα την ιστορία του τόπου ως παλιού εμπορικού λιμανιού της χώρας κατά τον 18ο και τον 19ο αιώνα. Τότε που σημείωνε αξιόλογη συμμετοχή στον αγώνα των Ελλήνων κατά των Τούρκων, με ναυπήγηση πλοίων στους ταρσανάδες του. Η βόλτα μπορεί να ξεκινήσει από το πρώτο φυσικό λιμάνι (τη συνοικία της Αγοράς) με το παλιό καφενείο του Καμβύση για καφέ και θέα στη θάλασσα κι ύστερα στον Χηρόλακα, το δεύτερο φυσικό λιμάνι με τα καπετανόσπιτα πάνω στο νερό και ανάμεσά τους ο Κάβος, η συνοικία πάνω απ’ τον Ναυτικό Ομιλο. Εκεί ακριβώς, στο ύψωμα ανάμεσα στους δύο κόλπους, βρίσκεται κρυμμένη η πλατεία Ευθύμη Βλάμη –με την προτομή του σπουδαίου γιατρού–, ίσως το καλύτερο μέρος για να ρεμβάσει κανείς στο πέλαγος. Από κάτω βρίσκεται τμήμα των αρχαίων τειχών της πόλης και πιο πέρα ο μόλος με το υπόστεγο. Εδώ τα χειμωνιάτικα βράδια καταφθάνει η τράτα από όπου οι Γαλαξιδιώτες προμηθεύονται την ψαριά της ημέρας.
Η Πλατεία Ηρώων συγκεντρώνει την πρωινή κίνηση. Ονομαζόταν Μανουσάκια, αλλά μετονομάστηκε σε πλατεία Ηρώων, από το μνημείο Ηρώων που έχει τοποθετηθεί στο κέντρο της. Από την περιπλάνηση στα σοκάκια, μπορεί κάποιος να ανακαλύψει τα ακρόπρωρα που μοιάζουν να κρέμονται από τα μπαλκόνια, σκαλιά λαξευμένα πάνω στα βράχια και να θαυμάσει το υπέροχο ξυλόγλυπτο μπαρόκ τέμπλο (1850), έργο του Ηπειρώτη μαστρο-Νικόλα, στον ναό του Αγίου Νικολάου (1902), που είναι ορατός από στεριά και από θάλασσα. Επίσης στην αρκετά παλιότερη εκκλησία της Αγίας Παρασκευής αξίζει να δείτε τον ζωδιακό κύκλο-ηλιοτρόπιο που είναι σκαλισμένος στο δάπεδο. Πρόκειται για ηλιακό ημερολόγιο. Κάθε μεσημέρι στις 12, μια αχτίδα φωτός εισέρχεται στον ναό από ένα άνοιγμα στην οροφή και πέφτει στην αντίστοιχη ημερολογιακή κουκκίδα του ηλιοτροπίου. Ψηλά στην εξωτερική πλευρά της κύριας εισόδου υπάρχει το ηλιακό ρολόι.
Μεγάλη απόλαυση είναι για τον επισκέπτη η ποδηλατάδες στο χειμωνιάτικο τοπίο της ναυτικής πολιτείας, γιατί, όπως λέει και ο Γαλαξιδιώτης γιατρός Θεόφιλος Ρόζενμπεργκ, «ο συνδυασμός του μπλε της θάλασσας με τα χιονισμένα βουνά είναι κάτι το μοναδικό στο Γαλαξίδι, θυμίζει ελβετικές λίμνες». Το «Λιοτρίβι» έχει την ιδανική βεράντα για ένα ουζάκι με θέα τον Παρνασσό και στο εσωτερικό του μπορεί να δει κανείς τα έργα του ιδιοκτήτη, ζωγράφου Γιώργου Μηνά.
Τα καπετανόσπιτα
Ενας από τους ωραιότερους τρόπους να γνωρίσει κανείς έναν τόπο είναι να επισκεφτεί ένα παλιό σπίτι και να ακούσει την ιστορία του από τους ιδιοκτήτες του. Το Ανδρικαίικο (1848) υψώνεται στον κόλπο του Χηρόλακα κοντά στη θάλασσα. Στην καταπράσινη περίκλειστη αυλή ο Αλέξης Ρόζενμπεργκ, ο οποίος μαζί με τον αδελφό του Θεόφιλο είναι η πέμπτη γενιά απογόνων του πλοιάρχου Ηλία Ανδρίκου, διηγούνται ότι «στο σπίτι έζησαν η οικογένεια και τα παιδιά του Ηλία Ανδρίκου. Ο εγγονός του, επίσης Ηλίας Ανδρίκος, ήταν ο παππούς της μητέρας μας, Αστέρως Ανδρίκου». Για να συνεχισει, «η μητέρα μου γεννήθηκε στον Πειραιά στις αρχές του 20ού αιώνα, ακολουθώντας τη μοίρα των περισσότερων οικογενειών του Γαλαξιδίου που μετακόμιζαν στον Πειραιά, γιατί εκεί είχαν συγκεντρωθεί όλες οι ναυτιλιακές εταιρείες». Είναι η εποχή που σιγά-σιγά τα ατμόπλοια αντικαθιστούν τα ιστιοφόρα πλοία. «Η οικογένειά της ερχόταν πάντα στο Γαλαξίδι για παραθερισμό –εκτός φυσικά από την περίοδο του πολέμου του ’40– και συνήθιζαν να μένουν στους Καμμένους, το σόι της γιαγιάς από την πλευρά της μητέρας της, τουλάχιστον μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980, οπότε η μητέρα μου μπόρεσε να πραγματοποιήσει το όνειρό της: να αποκαταστήσει πλήρως το πατρογονικό σπίτι της, με τη βοήθεια του εξαιρετικού Γαλαξιδιώτη μάστορα Γιώργου Παφίλη, ο οποίος γνώριζε όλες τις τοπικές ιδιομορφίες».
Κοιτάζοντάς το σήμερα, δεν μπορείς παρά να το θαυμάσεις. Ενας κυβικός όγκος με ορατή λιθοδομή χωρίς επίχρισμα, που εντυπωσιάζει με την απλότητά του. Οι τοίχοι είναι αδιαπέραστοι και, όπως όλα τα οχυρωματικού τύπου σπίτια, σε μεγάλο ύψος από τη γη δεν είχαν παράθυρα. Ανεβαίνω τα λίγα σκαλοπάτια που οδηγούν στην είσοδο του σπιτιού με τη βαριά ξύλινη πόρτα. Πίσω της υπάρχει ακόμα η σιδερένια αμπάρα. Στο χολ δεσπόζει η στενή και απότομη σκάλα που οδηγεί στον πρώτο όροφο. Εδώ βρίσκεται η κουζίνα με τη νάπα (το μαγειρείο), τα υπνοδωμάτια και το «χειμωνιάτικο» με το τζάκι, όπου παλιά συγκεντρωνόταν η οικογένεια. Μια επίσης στενή και απότομη σκάλα οδηγεί στον δεύτερο όροφο με την καταπακτή, όπου βρίσκεται το «αβέρτο». Η λέξη προέρχεται από το ιταλικό «aperto», δηλαδή ανοιχτό, και δηλώνει ότι πρόκειται για έναν ενιαίο χώρο. Παλιά, ο συγκεκριμένος όροφος χρησίμευε για να απλώνουν και να ράβουν τα πανιά των ιστιοφόρων τους οι καπετάνιοι, όπως με πληροφορεί ο Αλέξης Ρόζενμπεργκ. Παραδίπλα βρίσκεται το Σιδηροπουλαίικο, ένα ακόμα πανέμορφο νεοκλασικό σπίτι. Στην ίδια κατηγορία, όμως, με το Ανδρικαίικο (προ του 1850) είναι και το καπεταναίικο Αγγελή, όπου στεγάζεται το Λαογραφικό Μουσείο. Ενα ακόμα αξιόλογο δείγμα είναι το νεοκλασικό του παλιού δημάρχου Δεδούση Ε. Χαρδαβέλλα, το οποίο χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, με τα υπέροχα ζωγραφισμένα ταβάνια που πιθανόν φιλοτέχνησαν Ιταλοί ζωγράφοι, επίπλωση εποχής και φωτογραφίες πολιτικών του 20ού αιώνα με αφιερώσεις.
Θάλαττα, θάλαττα
Επισκεφτείτε το Ναυτικό και Ιστορικό Μουσείο, το οποίο στεγάζεται σε ένα κτίριο που χτίστηκε το 1868-1870 και χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως Δημαρχείο, για να θαυμάσετε τη συλλογή γαλαξιδιώτικων ιστιοφόρων που άφησαν εποχή στην ελληνική ιστορία και τέχνη. Πέρα από τους πίνακες, τα μοντέλα καραβιών, τα ακρόπρωρα και τα εργαλεία ναυπηγικής και ναυσιπλοΐας, υπάρχει και το περίφημο «Χρονικό του Γαλαξιδίου» που εξιστορεί την ιστορία της πόλης για οχτώ αιώνες. Γράφτηκε το 1703 από τον ιερομόναχο Ευθύμιο και βρέθηκε στη Μονή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα. Η ανάβαση στον λόφο της Αγίας Τριάδας μέχρι τη μονή (1250) γίνεται μέσα σε ένα καταπράσινο τοπίο από ελιές και θαμνοειδή, και είναι πραγματικά πολύ όμορφη.
Μια απίθανη εμπειρία είναι αν κάποιος, ένα ηλιόλουστο πρωινό ανοίξει πανιά από το λιμάνι της Κίρρας για το Γαλαξίδι, διαπλέοντας τον κόλπο της Ιτέας. Οι ακτίνες του ήλιου φαινόταν να ψάχνουν τον βυθό του Κρισσαίου κόλπου με την εκπληκτική διαύγεια. Η απερίγραπτη ομορφιά του τοπίου ολόγυρα, με τους απαλόγραμμους λόφους, τους υπέροχους όρμους και τις παραλίες από κόκκινα βότσαλα θα τον αποζηιώσει. Το ηλιοβασίλεμα απλώς συγκλονιστικό, καθώς μια πανδαισία από όλες τις αποχρώσεις του κόκκινου αιφνιδιάζει, βάφοντας θάλασσα, βουνά και ουρανό.
Mετάβαση
Στο Γαλαξίδι μπορεί κανείς να βρεθεί, είτε μέσω Λιβαδειάς και Αράχωβας, είτε αν ακολουθήσει το δρόμο Διστόμου – Δεσφίνας – Ιτέας, προκειμένου να αποφύγει την κίνηση στο δρόμο Αράχωβας – Δελφών. Το Γαλαξίδι που βρίσκεται φωλιασμένο στην καρδιά του Κρισσαίου κόλπου, προστατευμένο κάτω από τη σκιά των βουνών της Ρούμελης στέκει εκεί υπερήφανο για την ιστορία των 4000 χρόνων και είναι αρχοντικό χάρις στην ακμή και την ευμάρεια που του χάρισε η ανάπτυξη της ναυτιλίας κατά το παρελθόν και τον περιμένει.